Sunday 29 March 2009

Πειραγμένος

Πειραγμένος λοιπόν.

Κανονικό definition δεν υπάρχει. It's a state of mind.

Πειραγμένο αμάξι - Κυριολεκτική έννοια? (στημενο/μοτιφαρισμένο)
Πειραγμένο μυαλό - Κάπου τον έχει χάσει
Πειραγμένο θεμα - Έχει αλλαχτει στην πορεία.

Όλα παροτρύνουν στο γεγονός ότι κάπου πέρασε από επεξεργασία. Κάτι άλλαξε. Συνήθως ως προς το κακό. Σπάνια προς το καλό.

Οι απόψεις διίστανται. Και ποιά είναι η σωστή ;

Έγω έχω "πειραχτεί". Και προσπαθώ να καταλάβω. Όχι μόνο πως πειράχτηκα, αλλά και πως θα αντιμετωπίζομαι και θα αντιμετωπίζω τους άλλους με το πείραγμα αυτό που έχω.

Το μυαλό μου, στον τομέα των σεξουαλικων προτιμήσεων έχει πειραχτεί άγρια. Έχει μεταλλάχτει.

Αλλά στο κάτω κάτω γκέι γεννιέσαι, δεν γίνεσαι, ε ;

No comments:

Post a Comment